Άρθρο του Προέδρου και Διευθ/ντα Συμβούλου της ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ Α.Ε., κ. Πανοζάχου Δημήτρη, που δημοσιεύθηκε στο capital.gr στις 10 Ιουλίου 2020.
Στα χρόνια των “μνημονίων” το Ελληνικό Δημόσιο στην προσπάθειά του να διασφαλίσει τα Δημόσια Έσοδα, νομοθέτησε υπέρ του το δικαίωμα να παραβιάζει τους κανόνες “εγκεκριμένων” και “σύννομων” ρυθμίσεων χρεών εξόφλησής τους, στις περιπτώσεις που αυτό (το Δημόσιο) οφείλει να εξοφλήσει υποχρέωση του προς το ίδιο πρόσωπο.
Συγκεκριμένα με α) την παράγραφο 5 του Άρθρου 67 του Ν. 3842/2010 και β) το άρθρο 11 του Ν. 3943/2011, τροποποιήθηκε ο ΚΕΔΕ και επιτρέπεται ο συμψηφισμός απαιτήσεων από το Δημόσιο ενός φορολογουμένου με μη ληξιπρόθεσμες οφειλές αλλά και με οφειλές που βρίσκονται σε αναστολή.
Οι συγκεκριμένες διατάξεις δεν ανατράπηκαν ούτε με την αρχική ψήφιση των διατάξεων της “Πάγιας Ρύθμισης Χρεών προς το Δημόσιο (Ν. 4152/2013)” ούτε και με τις μετέπειτα τροποποιήσεις αυτού. Ισχύουν ακόμη και σήμερα παρά την ψήφιση του άρθρου 43 του Ν. 4646/2019 (Ρύθμιση χρεών προς το δημόσιο σε 48 δόσεις).
Απόρροια αυτής της φορολογικής πολιτικής είναι για πολλές επιχειρήσεις και φορολογούμενους να καθίσταται “γράμμα ανεφάρμοστο” η “πάγια ρύθμιση σε 48 ή 24 δόσεις” και συνεπώς, η τμηματική εξόφληση των οφειλών τους προς το δημόσιο.
Κάθε φορά λοιπόν, που μια οικονομικά αδύνατη επιχείρηση με ρυθμισμένα χρέη στο δημόσιο επιλέγει να ρευστοποιήσει πάγια περιουσιακά της στοιχεία (πώληση ακινήτων για να ενισχύσει τις οικονομικές της δυνατότητες και την ανάπτυξή της), στην πραγματικότητα ενισχύει τα ταμειακά διαθέσιμα του κράτους αλλά όχι τα δικά της γιατί εξαναγκάζεται έμμεσα να εξοφλήσει άμεσα το σύνολο της οφειλής της προς το δημόσιο, ανεξάρτητα αν αυτό δεν είναι ληξιπρόθεσμο ή βρίσκεται σε αναστολή.
Κάθε φορά που ένας φορολογούμενος δέχεται φορολογικό έλεγχο και αμφισβητεί το αποτέλεσμά του και προσφεύγει στα αρμόδια όργανα (Διοικητικά ή Δικαστικά) καταβάλλοντας το 50% των αμφισβητούμενων φόρων, όταν δικαιώνεται σε αυτά, βρίσκεται αντιμέτωπος με την υποχρεωτική εξόφληση όλων των μη ληξιπρόθεσμων οφειλών του προς το δημόσιο και έμμεσα οδηγείται σε υποχρεωτική εμπροσθοβαρή εξόφληση αυτών.
Κάθε προμηθευτής του Δημοσίου (οι πληρωμές του οποίου εκπροσωπούν περίπου το 47,3% του ΑΕΠ της χώρας) βρίσκεται αντιμέτωπος με την απώλεια του δικαιώματος να εξοφλήσει τις οφειλές του προς το δημόσιο σε δόσεις γιατί σε κάθε είσπραξή του, το δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα να συμψηφίσει την απαίτησή του με τις μη ληξιπρόθεσμες οφειλές του προς αυτό. Αυτό επηρεάζει σημαντικά την οικονομική δυνατότητα των “μικρών προμηθευτών” του δημοσίου διότι με την απώλεια του δικαιώματος της σταδιακής εξόφλησης των οφειλών τους προς το δημόσιο, μειώνεται η ταμειακή τους δυνατότητα και αυτόματα μειονεκτούν έναντι των υπολοίπων ανταγωνιστών τους που αποφεύγουν τις συναλλαγές με το δημόσιο.
Σήμερα λοιπόν, που η χώρα βρίσκεται “στη δίνη της κρίσης του κορονοϊού”, που η κυβέρνηση επιδιώκει να ενισχύσει τη ρευστότητα των επιχειρήσεων, που ευρωπαϊκός στόχος είναι η αύξηση της προσβασιμότητας των μικρών επιχειρήσεων στις “προμήθειες του δημοσίου”, θα αποτελούσε θετικό μέτρο η εξάλειψη μιας “αναγκαίας στρέβλωσης” που επιβλήθηκε πριν από μια δεκαετία. Η κατάργηση του υποχρεωτικού συμψηφισμού των απαιτήσεων από το δημόσιο ενός ιδιώτη με μη ληξιπρόθεσμες οφειλές του θα έδινε επιπρόσθετες οικονομικές αναπνοές σε όσους “επιχειρείν”.
Αποτελεί “αποκατάσταση της τάξης” η επαναφορά του δικαιώματος σε όλες τις επιχειρήσεις να εξοφλούν τα χρέη τους προς το δημόσιο με δόσεις σε κάθε περίπτωση.
Με αυτό τον τρόπο, θα αποκατασταθεί η αξιοπιστία της φορολογικής αρχής και κανείς δε θα θεωρεί “ανεφάρμοστες εξαγγελίες” τις εξαγγελθείσες μακρόπνοες ρυθμίσεις χρεών προς το δημόσιο.
Οι συνθήκες που επέβαλαν την ψήφιση των συγκεκριμένων διατάξεων (υποχρεωτικός συμψηφισμός μη ληξιπρόθεσμων οφειλών αλλά και αυτών που βρίσκονται σε αναστολή) απαλείφθηκαν. Η νομοθετική κατάργηση των συγκεκριμένων παραγράφων των άρθρων 6 και 83 του ΚΕΔΕ συμβαδίζει απόλυτα με την τρέχουσα επιλογή του Ελληνικού Κράτους να ενισχύσει τη ρευστότητα των επιχειρήσεων με χρήματα του Δημοσίου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, απλώς θα τηρήσει την υπογραφή του (συμβιβασμός ρύθμισης οφειλών).
Αν δεν επανεξετασθεί η εν λόγω διάταξη, υπάρχει κίνδυνος να περιοριστεί σημαντικά η θετική επίδραση της νέας ρύθμισης εξόφλησης χρεών που σκέπτεται η κυβέρνηση για τις οφειλές που βρίσκονται σε αναστολή λόγω covid -19. Πλειάδα επιχειρήσεων θα αναγκαστεί μέσω της διαδικασίας λήψης φορολογικής ενημερότητας, να προβεί σε εξόφληση των οφειλών τους προς το δημόσιο χωρίς τη χρήση της διαδικασία των δόσεων.
Πηγή: capital.gr