Άρθρο του Δ. Πανοζάχου: «Πάντα υπάρχει η επόμενη ευκαιρία»

Home/Media/Άρθρο του Δ. Πανοζάχου: «Πάντα υπάρχει η επόμενη ευκαιρία»
ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ1000χ500

Άρθρο του ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΑΝΟΖΑΧΟΥ, οικονομολόγου, επιστημονικού συμβούλου της Ορθολογισμός ΑΕ

Αν η αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας προς του εταίρους μας από τον Αντώνη Σαμαρά θεωρήθηκε η επιτυχία του πρώτου εξαμήνου της διακυβέρνησης από την τρικομματική κυβέρνηση, η διασφάλιση 18,4 δισ. ευρώ ως οικονομική ενίσχυση της Ελλάδος στο πλαίσιο του επόμενου ΕΣΠΑ (2014-2020) σίγουρα είναι η πρώτη μεγάλη οικονομική επιτυχία της θητείας του, ως Πρωθυπουργού. Χρειάζεται, όμως, να κοιτάξει στο παρελθόν για να μην επαναλάβουμε τα ίδια λάθη και χάσουμε ακόμη μία ευκαιρία.

Αν αθροίσουμε τα χρήματα όλων των ευρωπαϊκών προγραμμάτων μέχρι σήμερα, των ΜΠΟ, Α’ ΚΠΣ, Β’ ΚΠΣ, Γ’ ΚΠΣ και ΕΣΠΑ, θα οδηγηθούμε σε ασύλληπτα ποσά. Σε τρέχουσες τιμές εποχής υλοποίησης των προγραμμάτων, το σύνολο ανέρχεται σε 65 δισ. ευρώ. Αν τα υπολογίσουμε σε σημερινές τρέχουσες τιμές, θα ξεπεράσουμε τα 85 δισ. ευρώ.

Η απάντηση για εμένα στην ερώτηση γιατί οδηγηθήκαμε στη σημερινή αντιπαραγωγική οικονομία με τέτοια ποσά αναπτυξιακής ενίσχυσης, είναι ότι προτάξαμε την ενίσχυση του δημόσιου τομέα, έναντι της ενίσχυσης του ιδιωτικού που είναι ο κύριος παραγωγικός τομέας. Σε όλα τα προηγούμενα αναπτυξιακά προγράμματα, η ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα δεν ξεπερνά το 20%. Το 80% διοχετεύθηκε σε δημόσια έργα, κρίνοντας ότι οι ελλείψεις σε δημόσιες υποδομές ήταν τεράστιες και χωρίς αυτές δεν μπορούσαν να προωθηθούν ή να προσελκυστούν αξιόλογες ιδιωτικές επενδύσεις. Τα γεγονότα αποδεικνύουν ότι με αυτήν τη στρατηγική, δεν καταφέραμε να δημιουργήσουμε μία Ελλάδα που να παράγει.

Η ιστορία της Ιρλανδίας απέδειξε το αντίθετο. Μία χώρα που το 1985 είχε μικρότερο κατά κεφαλήν εισόδημα από τη χώρα μας, κατάφερε το 2004 να εντάσσεται στις εύπορες χώρες της ΕΕ. Ακόμη και σήμερα που έχει πληγεί από την παγκόσμια οικονομική κρίση, ξεκίνησε πρώτη απ’ όλες την πορεία εξόδου από την επιτήρηση της τρόικας. Αυτή η εξαιρετική της πορεία οφείλεται στην πολιτική της επιλογή – από την εποχή του Β’ ΚΠΣ (1994-2000) – να κατευθύνει τα χρήματα που εισέπραττε από την ΕΕ, σε αντίθεση με εμάς, κυρίως στον ιδιωτικό τομέα. Να επιδιώκει να ενισχύει την πραγματική οικονομία, η οποία στη συνέχεια τη βοήθησε να αναπτυχθεί με ρυθμούς διπλάσιους από τον μέσο όρο της Ευρώπης και να της δίνει σήμερα τη δύναμη που χρειάζεται στην προσπάθειά της να απαγκιστρωθεί από την τρόικα.

Στην Ελλάδα έχουμε ξοδέψει όλους τους προϋπολογισμούς των προηγουμένων ευρωπαϊκών προγραμματικών περιόδων και δεν έχουμε τελειώσει ακόμη με τις υποδομές που επιθυμούμε. Εχουμε όμως υπερχρέωση του κράτους και ενίσχυση της διαφθοράς.

Μας διέφυγε ότι στις αστικές δημοκρατίες οι δημόσιες υποδομές κατασκευάζονται για να εξυπηρετούν την παραγωγή στην οικονομία. Πρακτικά να διευκολύνουν τις επιχειρήσεις στις δραστηριότητές τους. Η χρηματοδότηση επομένως δημοσίων έργων, πρέπει να συμβαδίζει με την ανάπτυξη των επιχειρήσεων, γιατί μόνο από την ανάπτυξή τους το κράτος εισπράττει έσοδα. Αμεσα, φόρος επί των κερδών ή έμμεσα, μέσω αμοιβών προσωπικού, έμμεσων φόρων κ.λπ. Αν λοιπόν δεν αναπτύσσονται οι επιχειρήσεις και πραγματοποιούνται – χρηματοδοτούνται συνεχώς δημόσιες υποδομές, το κράτος δεν βρίσκει χρήματα να συντηρήσει ό,τι έχει κατασκευάσει. Είναι αυτό που πραγματικά ζούμε καθημερινά στην πατρίδα μας.

Η νοοτροπία αυτή μπορεί και πρέπει να αλλάξει. Ο κ. Αντώνης Σαμαράς μπορεί να αφήσει τη σφραγίδα του στην ιστορία της πατρίδας μας, αν ανατρέψει την πεπατημένη. Να αποφασίσει ότι πρώτα πρέπει να βρεθούν τα χρήματα για τη συντήρηση των υπαρχουσών υποδομών και στη συνέχεια να σχεδιάσουμε νέες δημόσιες υποδομές. Αλλωστε, τα «αναγκαία» ημιτελή δημόσια έργα τα επιμελείται ήδη το κράτος.

Πρέπει να μεταφέρουμε το νέο ΕΣΠΑ στον ιδιωτικό τομέα. Αυτός αποτελεί την πραγματική ατμομηχανή της ανάπτυξης. Ας ξεπεράσουμε τις αγκυλώσεις του παρελθόντος. Ας συνειδητοποιήσουμε ότι χωρίς ενίσχυση των επιχειρήσεων, όσο και να προωθηθούν τα δημόσια έργα δεν μπορεί να ανακάμψει η χώρα. Αν δεν αποδεχθούμε την πραγματικότητα και δεν ενισχύσουμε τον ιδιωτικό τομέα, το επόμενο που θα συμβεί στη χώρα θα είναι «να είναι όμορφη για τους τουρίστες και βάσανο για τους κατοίκους της». Θα έχει υποδομές που θα απολαμβάνουν οι επισκέπτες και θα αναστενάζουν από την ανεργία και την ανέχεια οι κάτοικοί της.

Ας κάνουμε μία πραγματική ανατροπή. Ας προχωρήσουμε σε μία πραγματική άμεση μεταρρύθμιση. Ας αναγνωρίσουμε τον σημαντικό κοινωνικό και οικονομικό ρόλο των επιχειρήσεων «με πράξεις και όχι με λόγια». Ας δείξουμε έμπρακτα τι έχουμε διδαχθεί από την «οικονομική κρίση».
Η ανάπτυξη των επιχειρήσεων μπορεί να προκαλέσει τους νέους αναπτυξιακούς ρυθμούς, που χρειαζόμαστε για να χτυπήσουμε την ανεργία, για να αυξήσουμε τα έσοδα τους κράτους. Η άποψη ότι αυτοί μπορούν να «κλέψουν», έχει και αντίλογο. Ο ιδιωτικός τομέας ελέγχεται από το Δημόσιο και πάντα το κράτος έχει την εξουσία – ορθά – να επιβληθεί. Στο Δημόσιο, όμως, είναι δύσκολο να επιβληθεί κάποιος και το γνωρίζουμε από τους αναποτελεσματικούς πολέμους κατά της διαφθοράς τις τελευταίες δεκαετίες. Ας δοκιμάσουμε, λοιπόν, και κάτι διαφορετικό. Αλλωστε, με την πρόταξη ενίσχυσης του δημόσιου τομέα, που ακολουθούμε από το 1986, οπότε άρχισαν τα ΜΠΟ μέχρι και σήμερα που υλοποιούμε το ΕΣΠΑ, δεν καταφέραμε να δημιουργήσουμε μία ισχυρή οικονομική Ελλάδα. Μπορούμε όμως στο νέο ΕΣΠΑ να ενεργήσουμε ως καλοί μαθητές μετά την εμπειρία μας από την οικονομική κρίση και να προτάξουμε την ενίσχυση της παραγωγή μας, τις επιχειρήσεις μας, την απασχόληση, τις ιδέες μας. Ας μην χάσουμε και την επόμενη ευκαιρία μας.

Δημοσιεύτηκε στην ημερήσια οικονομική εφημερίδα «ΚΕΡΔΟΣ», το Σάββατο 16/02/2013 και στα «TAXALIA», τη Δευτέρα 18/2/2013